ἀκροαματικοί

ἀκροαματικοί
ἀκροᾱματικοί , ἀκροαματικός
designed for hearing only
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ακροαματικοί λόγοι — Έτσι ονομαζόταν η προφορική διδασκαλία των φιλοσόφων μπροστά σε ακροατήριο μαθητών. Από τα συγγράμματα του Αριστοτέλη, ονομάστηκαν ακροαματικά (αργότερα λέγονταν και εσωτερικά) εκείνα που περιείχαν τις καθαρά επιστημονικές του διδασκαλίες.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”